Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν παρατηρήσει ότι μέσα στον χειμώνα υπήρχαν μερικές ημέρες με καλό καιρό, ηλιόλουστες, χωρίς σύννεφα, δυνατούς ανέμους και βροχές. Παρατήρησαν επίσης ότι εκείνη την περίοδο ένα όμορφο θαλασσοπούλι, η αλκυόνη, γεννάει τα αβγά της στους βράχους των ακτών.
Έτσι έπλασαν έναν μύθο για αυτή την παρατήρησή τους το συνήθιζαν άλλωστε.
Η Αλκυόνη πριν γίνει πουλί ήταν μία πανέμορφη γυναίκα κόρη του Θεού των ανέμων Αίολου και της Ενάρετης. Ήταν παντρεμένη με τον Κήυκα. Ήταν τόσο ευτυχισμένοι που πίστεψαν ότι δεν είναι άνθρωποι αλλά θεοί και μάλιστα άλλαξαν τα ονόματά τους σε «Δίας» και «Ήρα». Όταν το έμαθε ο Δίας θύμωσε πολύ και μια μέρα που ο Κήυκας ήταν με το καράβι του στα ανοιχτά, ο Δίας έριξε τους κεραυνούς, έγινε τρικυμία, το καράβι ναυάγησε και ο Κήυκας πνίγηκε. Η Αλκυόνη περίμενε με αγωνία τον αγαπημένο της στο ακρογιάλι. Μόλις είδε τα σπασμένα ξύλα από το ναυάγιο και κατάλαβε ότι ο άντρας της είχε πνιγεί άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα, μερόνυχτα θρηνούσε τον χαμό του.
Ο Δίας στο τέλος την λυπήθηκε και την μεταμόρφωσε σε πουλί, που από τότε ζει κοντά στη θάλασσα, σαν να περιμένει να εμφανιστεί μέσα από τα κύματα ο χαμένος Κήυκας. Δεν φεύγει από εκεί ούτε με τη βαρυχειμωνιά, εκεί φτιάχνει τη φωλιά του και γεννάει τα αβγά του. Μα τα αγριεμένα κύματα τα καταστρέφουν. Για άλλη μία φορά ο Δίας έδειξε συμπόνια για την Αλκυόνη και διέταξε δεκαπέντε μέρες στην καρδιά του χειμώνα να κοπάζουν οι άνεμοι, ο ήλιος να ζεσταίνει την πλάση μέχρι το θαλασσοπούλι να κλωσσήσει τ? αβγά του και να γεννηθούν τα μικρά του.
Αυτές τις λίγες μέρες καλοκαιρίας στην καρδιά του χειμώνα τις ονομάζουμε «Αλκυονίδες ημέρες». Έρχονται συνήθως από το τέλος Δεκεμβρίου μέχρι τα μέσα του Φεβρουαρίου.
Όταν το Νέο Έτος ξεκινά με πολύχρωμα πυροτεχνήματα, αφήστε το να ανάψει τη ζωή σας σαν κερί τη νύχτα και να χρωματίσετε το έτος σας σαν ουράνιο τόξο. Ευτυχισμένο το νέο έτος!